Σπύρος Πλασκοβίτης: «Δεν μπορεί να έχεις Δικαιοσύνη αποκομμένη από το κοινό περί δικαίου αίσθημα»
Από συνέντευξη –πριν 40 χρόνια– του δικαστή και λογοτέχνη Σπύρου Πλασκοβίτη
«Πραγματικά, πολλά και εύκολα λέγονται για την “ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης”, αλλά και πολλά γίνονται κάτω από την επίκλησή της που δυστυχώς, δεν λέγονται, αν και ψιθυρίζονται ευρύτατα στους νομικούς κύκλους. Θα αναφερθώ ενδεικτικά και μόνο στο θέμα της σύνθεσης των δικαστηρίων. Ποιος την αποφασίζει; Με ποια κριτήρια; Με τίνος την εντολή; Με ποιες εγγυήσεις, προπάντων σε υποθέσεις “λεπτές”, με γενικότερο ενδιαφέρον ή με πολιτικές επιπτώσεις; Είναι ένα ερώτημα που απαιτεί μια απάντηση συγκεκριμένη και χωρίς υπεκφυγές. Γιατί ο λαός έχει υπόψη του το προηγούμενο της χούντας, κατά την εποχή της οποίας λειτούργησε η νοοτροπία του “section special”, με την κατ’ επανάληψη επιλογή ορισμένων δικαστών για υποθέσεις που την ενδιέφεραν ιδιαίτερα».
Είναι ο Σπύρος Πλασκοβίτης (1917-2000), βραβευμένος λογοτέχνης και επί πολλά χρόνια δικαστής, μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας, διωκόμενος και εξόριστος από τη χούντα για την αντιστασιακή του δράση - μετέπειτα βουλευτής και ευρωβουλευτής. Και είναι από συνέντευξή του στον δημοσιογράφο και ποιητή Σπύρο Κατσίμη (Μάρτιος 1977, για την «Καθημερινή», που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Αναζητώντας μια διέξοδο», εκδ. Σοκόλη, 2004). Και πάμε παρακάτω (οι υπότιτλοι δικοί μου):
Περί δικαίου
«Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν σημαίνει καθόλου ανεξαρτησία από κάθε κριτική και έλεγχο, ιδίως από μέρους της κοινής γνώμης και του Τύπου, που εκφράζει το λαϊκό αίσθημα. Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι έννοια ταυτόσημη με τη δημοκρατικότητά της. Και είναι γι’ αυτό απαράδεκτο να προσπαθούμε να δημιουργήσουμε οχυρώματα κατά του ελέγχου της, εν ονόματι της ανεξαρτησίας της, όταν ίσα ίσα το κοινό υποπτεύεται, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, την επιρροή της Εκτελεστικής Εξουσίας πάνω σ’ αυτήν. Ποιος τίμιος άνθρωπος, αλήθεια, ποιος πραγματικός δημοκράτης θα επιζητούσε ποτέ να επεμβαίνει ή να υπαγορεύει η Εκτελεστική Εξουσία τις δικαστικές αποφάσεις;
«Δεν μπορείς να έχεις Δικαιοσύνη αποκομμένη από το κοινό περί δικαίου αίσθημα και σε απόλυτη διάσταση των αποφάσεών της με την κοινή λογική. Σαν να πρόκειται για σκέψεις και αποφάσεις ανθρώπων που ανήκουν σε μια ειδική κατηγορία – πάνω κι έξω από τον τόπο που κατοικούν οι άλλοι Έλληνες. Κι αν τυχόν συμβαίνει αυτό, πώς εξηγείται; Και ποιος έχει το δικαίωμα –αν όχι ο λαός, η κοινωνία– να συζητήσει το θέμα, να βρει την αιτία μιας τέτοιας διάστασης; Όταν το κάνει αυτό, παραβιάζεται το Σύνταγμα;
Το Σύνταγμα
«Για να δούμε: το άρθρο 93 του Συντάγματος καθιερώνει τη δημοσιότητα των συνεδριάσεων κάθε δικαστηρίου, την υποχρέωση να αιτιολογείται κάθε απόφαση και να δημοσιεύεται η γνώμη της μειοψηφίας. Το άρθρο 97 αναθέτει την εκδίκαση των κακουργημάτων και των πολιτικών εγκλημάτων στα μικτά ορκωτά δικαστήρια. Πλήθος άλλων διατάξεων της νομοθεσίας αναφέρονται στα δεδομένα της “κοινής πείρας”, στον “εύλογο χρόνο”, στην “κοινή περί των ηθών αντίληψη” κ.λπ. Τι σημαίνουν αυτά; Οτι μέσα στην έννοια του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι ο διάλογος ανάμεσα στο κοινό και τον δικαστή, όχι ο μονόλογος των δικαστηρίων, σαν να πρόκειται για εσωτερική υπόθεσή τους, όχι η δικαστική αυθεντία που κανείς τρίτος μη δικαστής ή μη νομικός δεν μπορεί να ελέγξει.
«Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν παραβιάζεται λοιπόν – κάθε άλλο – όταν η κοινή γνώμη και ο Τύπος παρακολουθούν με άγρυπνο ενδιαφέρον τον τρόπο που κρίνουν τα δικαστήρια, ιδιαίτερα σε υποθέσεις που αφορούν το σύνολο και που εύλογα η κοινή ευαισθησία, το κοινό περί δικαίου αίσθημα, τις ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες ατομικές περιπτώσεις. Και είναι θλιβερό σύμπτωμα όταν βλέπει κανείς να υπάρχει αγεφύρωτη απόσταση ανάμεσα στη δικαστική κρίση και στην κοινή συνείδηση και λογική […] μια δημοκρατική πολιτεία δεν μπορεί να μην έχει Δικαιοσύνη και δικαστές με βαθύτατα εδραιωμένη δημοκρατική συνείδηση. Δεν πιστεύω ότι είναι δυνατό να υπάρξει δικαιοσύνη σε δημοκρατικό πολίτευμα με δικαστές φασιστικής, λόγου χάρη, νοοτροπίας».
Στο πλαίσιο
«Πού είναι το κράτος;» η γνωστή κραυγή απόγνωσης από πληγέντες έπειτα από κάποια φυσική καταστροφή. Και πολύ σωστά. Ποια κρατική αρχή επέτρεψε -ανέχτηκε- να χτίζονται και να παρέχεται ρεύμα σε ρέματα και σε άλλες επισφαλείς περιοχές; Δεν μπορεί, κάποιοι είναι υπεύθυνοι. Κάποιοι επ’ αμοιβή ή με κάποιο πολιτικό αλισβερίσι. Και έστω, κάνε την παρανομία, αλλά όχι σε περιοχή που είναι ολοφάνερο ότι κάποια στιγμή θα χτυπηθεί. Και ο ένας υπεύθυνος να ρίχνει τις ευθύνες στον άλλο.
Είναι οι ταλαίπωροι πολίτες, οι οποίοι προκειμένου να βάλουν κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους παρανομούν, είτε λόγω πενίας, είτε επειδή έχουν πάρει χαμπάρι ότι όντας παράνομοι έχουν λιγότερα προβλήματα απ’ ό,τι νόμιμοι, με άτυπους συναυτουργούς τις υπηρεσίες που τους παρέχουν τα περαιτέρω. Ειδικότερα σε προεκλογική περίοδο, οπότε όλα είναι χαλαρά. Παράνομος ο πολίτης, παράνομη, κυρίως, η πολιτεία. Με την Αθήνα, τη μοναδική πρωτεύουσα που δε τη διασχίζει ένα ποτάμι – μπαζωμένα όλα – Κηφισός, Ιλισός, Ηριδανός...
Περί το ένα εκατομμύριο τα ανά την Ελλάδα αυθαίρετα, με το ένα τρίτο στην πρωτεύουσα – γίνεται να γκρεμιστούν; Κάποιες παράγκες, χαμόσπιτα, ναι. Τα άλλα -ακόμα και βίλες- ένα πρόστιμο και νόμιμο το παράνομο. Κι από κοντά οι καραμπινάτες παρανομούσες αρχές (άκου, δημοτικό αμαξοστάσιο στην κοίτη ποταμού!). Με αποτέλεσμα τις εφιαλτικές εικόνες των τελευταίων ημερών, με τα ρημαγμένα νοικοκυριά, τις λάσπες και τ’ αυτοκίνητα τα εκτιναγμένα ακόμα και στις στέγες σπιτιών – εικόνες που θα ζήλευαν κάποιοι σύγχρονοι εικαστικοί.
ΚΑΙ… «Πεινάω», λέει ο επαίτης. Του δίνει κάτι. Σε λίγο, ξανά ο ίδιος: «Πεινάω». «Μα πριν δεν σου ’δωσα;» «Με συγχωρείς, δεν βλέπω από την πείνα». [Πηγή: efsyn]
Αντί σχολίου... «Δεν μπορείς να έχεις Δικαιοσύνη αποκομμένη από το κοινό περί δικαίου αίσθημα και σε απόλυτη διάσταση των αποφάσεών της με την κοινή λογική. Σαν να πρόκειται για σκέψεις και αποφάσεις ανθρώπων που ανήκουν σε μια ειδική κατηγορία – πάνω κι έξω από τον τόπο που κατοικούν οι άλλοι Έλληνες.... » ... Αμέτρητα τα π.χ.... Να ένα "απαλό"... Ε Δ Ω
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου