Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Η φρίκη έξω και μέσα μας…


 «Περαστικοί φώναζαν “πήδα” προτού ο έφηβος μετανάστης πηδήξει από τον πέμπτο όροφο του συγκροτήματος κατοικιών στην πόλη της ανατολικής Γερμανίας με αποτέλεσμα να σκοτωθεί, δήλωσε ο δήμαρχος της πόλης. Από τα διπλανά μπαλκόνια γείτονες απαθανάτιζαν το γεγονός στα κινητά τους».
 Ένας πολλαπλά χρήσιμος θάνατος. Ναι! Το γνωρίζουμε πλέον καλά, η εποχή μας ακόμα και τον θάνατο τον καθιστά ευτελές παίγνιο στα χέρια απελπισμένων ή ήδη νεκρών ανθρώπων.
 Άνθρωποι προϊόντα μιας ανελέητης εποχής. Η κάθε εποχή κατοικείται από τους κατοίκους που της αρμόζουν. Άθλιες εποχές εκτρέφουν άθλιους ανθρώπους.
 Αδιανόητοι άνθρωποι γράφουν την ιστορία μιας αδιανόητης εποχής. Το αίμα, το μίσος για τον άλλον που έντεχνα κρύβει το μίσος για τον εαυτό.
 Έναν εαυτό όλο και πιο ανήμπορο, όλο και πιο διατεθειμένο να αδειάζει από μέσα του όλα εκείνα τα στοιχεία που συγκροτούν αυτό που λέμε «άνθρωπος»: την επιείκεια, την ευμένεια, τη συμπόνια, την αποδοχή του άλλου.
 Για να αντέξεις τη βαρβαρότητα που υφίστασαι γίνεσαι ο ίδιος βάρβαρος; Aρκεί αυτή η γενίκευση; Πόσο απαλλασσόμεθα μέσα από αυτά τα γενικόλογα και κάπου, κάπως, καταπραϋντικά σχήματα που κατά καιρούς χρησιμοποιούμε. Ως άλλοθι; Ως αντίδοτο στον θάνατο; Yπάρχει αντίδοτο;
 Όσοι κατέγραφαν στα κινητά τους την πτώση του ήδη νεκρού σώματος στο κρατίδιο της Θουριγγίας έχουν βρει το δικό τους αντίδοτο. Ξεγελούν τον θάνατο καταγράφοντάς τον.
 Ξεγελούν την αθλιότητα της ύπαρξής τους φωνάζοντας «άντε πήδα» στον νεαρό. Γίνονται δήμιοι. Ο δήμιος είναι οχυρωμένος. Ο δήμιος δεν είναι θύμα. Ο δήμιος τρέφεται από το αίμα του άλλου και γλιτώνει από την αίσθηση ότι και ο ίδιος είναι μελλοθάνατος.
 Τώρα συμβαίνει στην Ανατολική Γερμανία, αλλά δεν είναι καθόλου μακριά μας. Είναι δίπλα μας, μέσα μας. Δεν πρόκειται μόνο για την ηδονοβλεπτική όραση του σώματος του νεαρού μετανάστη που πέφτει, είναι το δικό μας σώμα που βυθίζεται στο κενό. Σε μια μαύρη τρύπα χωρίς όρια.
 Η καθημερινή βία φασιστικών μορφωμάτων στον τόπο μας και στην Ευρώπη, το κοινότοπο της βίας, της εγκατάλειψης μέσα στην κρίση, της καθημερινής παραβίασης των δικαιωμάτων των πολιτών για μια αξιοπρεπή πρόσβαση σε διαλυμένες υπηρεσίες ψυχικής υγείας, δεν συγκαλύπτονται με εράνους ή φιλανθρωπικές δράσεις απέναντι στο απέραντο αβοήθητο ανθρώπινο τοπίο.
 Εξάλλου, η ίδια η εκδραμάτιση του προσφυγικού ζητήματος γίνεται από πολλούς σαν αντικείμενο εκμετάλλευσης ενός εσωκομματικού παιχνιδιού με γεωγραφικά και οικονομικά οφέλη.
 Είναι ο ίδιος ο κανιβαλισμός της αγέλης που κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο. Ο,τι δεν συμφωνεί με εμένα είναι απέναντί μου, το διαφορετικό πρέπει να φιμωθεί ή να εξαφανιστεί. Η αγέλη θέλει θέαμα και αίμα ακόμα και αν αυτό προσφέρεται από έναν αυτοκτονικό μετανάστη.
 Κι εμείς οι «ευαίσθητοι πολίτες» πώς διαχειριζόμαστε τη φρίκη; Πόσο δεν ζούμε κι εμείς μαζί της, έχοντας μάλιστα ένα πλεονέκτημα έναντι των άλλων. Τη δήθεν ανθρωπιά μας, εκείνη που μας παροτρύνει, και καλά, να διαφοροποιούμαστε από τα κτήνη και να τα καταγγέλλουμε.
 Πόσο μεγάλο το ναρκισσιστικό όφελος που αντλούμε μέσα από μια τόσο εύκολη και ανέξοδη καταγγελία της φρίκης;
 Πόσο αυτή η κοινωνία, που όλα τα αλέθει και τα πολτοποιεί, δεν έχει τη δύναμη ακόμα και τον καταγγελτικό λόγο, ακόμα και το συναίσθημα της αγανάκτησης απέναντι στο αποτρόπαιο, να το αφυδατώνει, να το αδειάζει από την όποια του δύναμη; «Υποφέροντας εξ αποστάσεως» όπως θα έλεγε μέσα από το ομώνυμο έργο του ο Μπολτάνσκι, «souffrance à distance».
 Μια έγνοια εξ αποστάσεως για τον αναξιοπαθούντα επιχειρούμε κι εμείς εδώ. Κομμάτι κι εμείς μιας κοινωνίας του θεάματος που έτσι κι αλλιώς ψευτίζει τα συναισθήματα και τα στερεί από τη δύναμή τους και τα εγκαταλείπει σε ένα «ως εάν» (as if) λόγο, αφυδατωμένο και αποξενωμένο από την όποια αλήθεια και δύναμή του.
 Η φρίκη δεν κατευνάζεται με το να την αναδεικνύεις. Η καταγγελία της φρίκης δεν μας απαλλάσσει από το μερίδιό μας σε αυτήν. Η φρίκη μάς αφορά και δεν μας εξιλεώνει η καταγγελία της.
 Η εύκολη και ανέξοδη καταγγελία της μέσα σε λίγες γραμμές που και αυτές θα ενσωματωθούν στην αδηφάγο κοινωνία του θεάματος.
 Αν κάτι μας ανατριχιάζει λοιπόν είναι το γεγονός ότι και η σκέψη μας, ναι αυτό το τελευταίο προπύργιο της ανθρώπινής μας υπόστασης, το γεγονός δηλαδή ότι μπορούμε ακόμα να καταγγέλλουμε τη φρίκη, ότι μπορούμε ακόμα να αντιλαμβανόμαστε το ισχνό όριο που χωρίζει το παθολογικό από το φυσιολογικό, ακόμα και αυτή η σκέψη μας κινδυνεύει να μπει στην υπηρεσία της θεαματικοποίησης.
 Ακόμα και αυτή η σκέψη μας, το ύστατο ανάχωμα στον θάνατο, γίνεται ένα κομμάτι στην υπηρεσία της διαχείρισής του. Η κοινοτοπία του κακού ερωτοτροπεί επικίνδυνα με τη σκέψη μας. Και αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη ήττα μας…
 Πέρα από τις διακηρύξεις για «επανίδρυση» του κράτους και των θεσμών, ίσως το πιο επείγον είναι η επανίδρυση του εαυτού μας.
 Με τη φρίκη που αυτή αναπόφευκτα εμπεριέχει…

*Φωτεινή Τσαλίκογλου: καθηγήτρια Ψυχολογίας, συγγραφέας, **Στέλιος Στυλιανίδης: ψυχίατρος-ψυχαναλυτής, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
[Πηγή: efsyn]    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου